Μετάβαση στο περιεχόμενο

bibliothécaire

Από Βικιλεξικό
      ενικός         πληθυντικός  
bibliothécaire bibliothécaires

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

bibliothécaire (fr) αρσενικό ή θηλυκό