bibliothécaire
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
bibliothécaire | bibliothécaires |
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
bibliothécaire (fr) αρσενικό ή θηλυκό
- ο/η βιβλιοθηκάριος, o/η βιβλιοθηκονόμος