bowiem
Εμφάνιση
Πολωνικά (pl)
[επεξεργασία]
Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /ˈbɔ.vʲjɛ̃m/
- ⓘ
Σύνδεσμος
[επεξεργασία]bowiem (pl)
- διότι, γιατί, επειδή
- ⮡ był to najdłuższy etap, jechali bowiem z małą tylko przerwą przez godzin osiemnaście
- ήταν το μακρύτερο διάστημα, γιατί προχωρούσαν μόνο με ένα μικρό διάλειμμα επί δεκαοχτώ ώρες
- ⮡ był to najdłuższy etap, jechali bowiem z małą tylko przerwą przez godzin osiemnaście
Συνώνυμα
[επεξεργασία]Σημειώσεις
[επεξεργασία]- σπάνια συντάσσεται στην αρχή της πρότασης που συνδέει, συνήθως συντάσσεται μετά τον πρώτο όρο χωρίς, όμως, να χωρίζει μεσοπαθητικά ρήματα από τον όρο się