bra

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: BRA

Αγγλικά (en)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

bra < brassiere

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

bra (en)

Ετυμολογία [επεξεργασία]

bra < brother

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

bra (en)

  • (προσφώνηση) φίλε, αδερφέ