bruiner

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

bruiner (fr)

  1. (στο 3ο ενικό) βρέχει (για πολύ ψιλή βροχή)
  2. ψιχαλίζω

Συγγενικά

[επεξεργασία]
  • → δείτε τη λέξη bruine