by far

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αγγλικά (en)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

by far < → δείτε τις λέξεις by και far

Έκφραση[επεξεργασία]

by far (en)

  • (ιδιωματισμός) κατά πολύ, μακράν
    He is by far superior/better/inferior/worse.
    Είναι κατά πολύ ανώτερος/καλύτερος/κατώτερος/χειρότερος.
    He is by far the best surgeon.
    Είναι μακράν ο καλύτερος χειρουργός.

Πηγές[επεξεργασία]