camel
Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά
(en)
[
επεξεργασία
]
Ουσιαστικό
[
επεξεργασία
]
camel
(en)
(
θηλαστικό ζώο
)
καμήλα
Κατηγορίες
:
Αγγλική γλώσσα
Ουσιαστικά (αγγλικά)
Αντίστροφο λεξικό (αγγλικά)
Θηλαστικά (αγγλικά)
Ζώα (αγγλικά)
Μενού πλοήγησης
Προσωπικά εργαλεία
Δίχως Σύνδεση
Σελίδα συζήτησης αυτής της διεύθυνσης IP
Συνεισφορές
Δημιουργία λογαριασμού
Σύνδεση
Ονοματοχώροι
Σελίδα
Συζήτηση
Ελληνικά
Προβολές
Ανάγνωση
Επεξεργασία
Προβολή ιστορικού
Περισσότερα
Αναζήτηση
Πλοήγηση
Κύρια Σελίδα
Πρόσφατες αλλαγές
Κατηγορίες
Δημιουργήστε!
Ζητήστε!
Βικιδημία - Talk
Σελίδες συζήτησης
Νέες σελίδες
Τυχαία σελίδα
Βοήθεια
Πρότυπα
Δωρεές
Εργαλειοθήκη
Συνδέσεις προς εδώ
Σχετικές αλλαγές
Επιφόρτωση αρχείου
Ειδικές σελίδες
Σταθερός σύνδεσμος
Πληροφορίες σελίδας
Παραπομπή αυτής της σελίδας
Λάβετε συντομευμένη διεύθυνση URL
Λήψη κωδικού QR
Εκτύπωση/εξαγωγή
Δημιουργία βιβλίου
Κατέβασμα ως PDF
Εκτυπώσιμη έκδοση
Σε άλλα εγχειρήματα
Άλλες γλώσσες
Afrikaans
አማርኛ
العربية
Asturianu
Azərbaycanca
Български
বাংলা
Čeština
Dansk
Deutsch
English
Esperanto
Español
Eesti
Euskara
فارسی
Suomi
Français
Galego
हिन्दी
Magyar
Հայերեն
Interlingua
Bahasa Indonesia
Ido
Italiano
日本語
Қазақша
ಕನ್ನಡ
한국어
Kurdî
Lëtzebuergesch
Limburgs
ລາວ
Lietuvių
Latviešu
Malagasy
Македонски
മലയാളം
ဘာသာမန်
Bahasa Melayu
Malti
မြန်မာဘာသာ
Nederlands
Norsk
Occitan
Oromoo
Polski
Português
Română
Русский
संस्कृतम्
Sängö
ၽႃႇသႃႇတႆး
Simple English
Slovenčina
Shqip
Svenska
Kiswahili
தமிழ்
తెలుగు
ไทย
Türkçe
ئۇيغۇرچە / Uyghurche
اردو
Oʻzbekcha / ўзбекча
Vèneto
Tiếng Việt
中文
閩南語 / Bân-lâm-gú