capable

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
παραθετικά
θετικός capable
συγκριτικός more capable
υπερθετικός most capable

Επίθετο

[επεξεργασία]

capable (en)

  • ικανός
    Computers are capable of storing a huge amount of information.
    Οι υπολογιστές είναι ικανοί να αποθηκεύουν έναν τεράστιο όγκο πληροφοριών.

Αντώνυμα

[επεξεργασία]



Προφορά

[επεξεργασία]
 

Επίθετο

[επεξεργασία]

capable (fr)

Αντώνυμα

[επεξεργασία]