capucine

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]

      ενικός         πληθυντικός  
capucine capucines

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

capucine (fr) θηλυκό

  1. είδος φυτού, το καπουτσίνι
  2. το άνθος του