carnavalière
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
carnavalière | carnavalières |
carnavalière (fr) θηλυκό
ενικός | πληθυντικός |
carnavalière | carnavalières |
carnavalière (fr) θηλυκό