certe

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
certe < cert- + -e

Επίρρημα

[επεξεργασία]

certe (eo)