chain
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
chain (en)
- αλυσίδα
- (μαθηματικά) ένα ολικά διατεταγμένο υποσύνολο (ενός μερικά διατεταγμένου συνόλου)