cheque de viagem
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Πορτογαλικά (pt)[επεξεργασία]
Πολυλεκτικός όρος[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
---|---|
cheque de viagem | cheques de viagem |
cheque de viagem (pt) αρσενικό
ενικός | πληθυντικός |
---|---|
cheque de viagem | cheques de viagem |
cheque de viagem (pt) αρσενικό