chimiosynthèse

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
chimiosynthèse < chimio- + synthèse

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
chimiosynthèse chimiosynthèses

chimiosynthèse (fr) θηλυκό