circumpolaire

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]

      ενικός         πληθυντικός  
circumpolaire circumpolaires

Επίθετο[επεξεργασία]

circumpolaire (fr) αρσενικό ή θηλυκό

  • που περιτριγυρίζει έναν πόλο