cisza
Εμφάνιση
Πολωνικά (pl)
[επεξεργασία]
Προφορά
[επεξεργασία]
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]cisza (pl) θηλυκό
Συγγενικά
[επεξεργασία]Αντώνυμα
[επεξεργασία]Εκφράσεις
[επεξεργασία]- cisza przed burzą: η ησυχία πριν την μπόρα