clima
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Ιταλικά (it)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- clima < λατινική clima < αρχαία ελληνική κλίμα
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
clima (it)
- (μετεωρολογία) το κλίμα
Πηγές[επεξεργασία]
- clima - Vocabolario Treccani online, Istituto della Enciclopedia Italiana (Istituto Treccani).
Πορτογαλικά (pt)[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
clima (pt) αρσενικό
- (μετεωρολογία) το κλίμα