coagulation
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- coagulation < γαλλική coagulatio < coagulo < cogo (συλλέγω)
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]coagulation (fr) θηλυκό
coagulation (fr) θηλυκό