collaborationniste
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]Επίθετο
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
collaborationniste | collaborationnistes |
collaborationniste (fr) αρσενικό ή θηλυκό
ενικός | πληθυντικός |
collaborationniste | collaborationnistes |
collaborationniste (fr) αρσενικό ή θηλυκό