contrebasse

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
      ενικός         πληθυντικός  
contrebasse contrebasses

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

contrebasse (fr) θηλυκό