coranique
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- coranique < Coran
Επίθετο[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
coranique | coraniques |
coranique (fr) αρσενικό ή θηλυκό
ενικός | πληθυντικός |
coranique | coraniques |
coranique (fr) αρσενικό ή θηλυκό