coronary
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]Επίθετο
[επεξεργασία]coronary (en)
- στεφανιαίος
- coronary artery
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]coronary (en)
- στεφανιαία θρόμβωση, έμφραγμα
coronary (en)
coronary (en)