coïncidence
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
coïncidence | coïncidences |
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
coïncidence (fr) θηλυκό
- η σύμπτωση
ενικός | πληθυντικός |
coïncidence | coïncidences |
coïncidence (fr) θηλυκό