Μετάβαση στο περιεχόμενο

créatinine

Από Βικιλεξικό
Δείτε επίσης: creatinine
      ενικός         πληθυντικός  
créatinine créatinines

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

créatinine (fr) θηλυκό