craniométrie
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
craniométrie | craniométries |
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
craniométrie (fr) θηλυκό
ενικός | πληθυντικός |
craniométrie | craniométries |
craniométrie (fr) θηλυκό