creuser
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
Ρήμα[επεξεργασία]
creuser (fr)
- σκάβω, ορύσσω
- (μεταφορικά) εμβαθύνω
- (μεταφορικά) σκαλίζω μια κατάσταση, ανασκαλεύω