Μετάβαση στο περιεχόμενο

cuillère

Από Βικιλεξικό

Προφορά

[επεξεργασία]
 

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
cuillère cuillères

cuillère (fr) και cuiller θηλυκό