Μετάβαση στο περιεχόμενο

déterminative

Από Βικιλεξικό

Γαλλικά (fr)

[επεξεργασία]

Κλιτικός τύπος επιθέτου

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
déterminative déterminatives

déterminative (fr)