dalliance
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Ετυμολογία en[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
/ˈdælɪəns/
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
dalliance
- περιστασιακό φλερτ-χαριεντισμός-ερωτοτροπία
- περιστασιακή σχέση, σχέση μικρής διάρκειας
- (μεταφορικά) περιστασιακή ενασχόληση, ενασχόληση με χόμπι για μικρό διάστημα
Συνώνυμα[επεξεργασία]
- brief flirtation