differential
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Επίθετο[επεξεργασία]
differential (en)
Πολυλεκτικοί όροι[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
differential (en)
- το διαφορικό (στις μηχανές αυτοκινήτων κλπ)
- (μαθηματικά) το διαφορικό
- In calculus, a differential represents an infinitely small change (Στον απειροστικό λογισμό, το διαφορικό αντιπροσωπεύει μία απείρως μικρή μεταβολή)
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
- Differential_(mathematics) στην αγγλική Βικιπαίδεια