dignitaire
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
dignitaire | dignitaires |
Επίθετο
[επεξεργασία]dignitaire (fr) αρσενικό ή θηλυκό
ενικός | πληθυντικός |
dignitaire | dignitaires |
dignitaire (fr) αρσενικό ή θηλυκό