dignitaire

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
      ενικός         πληθυντικός  
dignitaire dignitaires

Επίθετο

[επεξεργασία]

dignitaire (fr) αρσενικό ή θηλυκό