do good

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αγγλικά (en)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

do good < → δείτε τις λέξεις do και good

Έκφραση[επεξεργασία]

do good (en)

  • (ιδιωματισμός) διευκολύνω, έχω ένα χρήσιμο αποτέλεσμα· βοηθάω κάποιον
    It doesn’t do me (any) good to come today.
    Δε με διευκολύνει να έρθω σήμερα.

Πηγές[επεξεργασία]