dziennik
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Πολωνικά (pl)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
dziennik < dzień
Προφορά[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
dziennik (pl) αρσενικό
- το ημερολόγιο, το έντυπο που καταγράφονται καθημερινές εργασίες, ενέργειες κλπ
- η εφημερίδα (καθημερινή)
- το δελτίο ειδήσεων
- το πρόγραμμα για την τηλεόραση, ραδιόφωνο κλπ