déjeuner

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /de.ʒœ.ne/
 

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

déjeuner (fr) αρσενικό

Le petit déjeuner, le déjeuner, le dîner/le souper : το πρόγευμα, το γεύμα, το δείπνο.

Ρήμα[επεξεργασία]

déjeuner (fr)