enakviĝi

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Εσπεράντο (eo)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

enakviĝi < λείπει η ετυμολογία

Ρήμα[επεξεργασία]

ρήμα enakviĝi
χρόνος μορφή ενεργητική
μετοχή
παθητική
μετοχή
ενεστώτας enakviĝas enakviĝanta enakviĝata
αόριστος enakviĝis enakviĝinta enakviĝita
μέλλοντας enakviĝos enakviĝonta enakviĝota
υποθετική enakviĝus - -
προστακτική enakviĝu - -

enakviĝi (eo)