encéphalogramme

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
      ενικός         πληθυντικός  
encéphalogramme encéphalogrammes

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

encéphalogramme (fr) αρσενικό