enfant gâté

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

enfant gâté → δείτε τις λέξεις enfant και gâté

Πολυλεκτικός όρος[επεξεργασία]

enfant gâté (fr) αρσενικό

  1. αυτός που έχει ευμετάβλητη διάθεση, ο καπριτσιόζος
  2. αυτός που όλοι τον προτιμούν
  3. (κυριολεκτικά) το παραχαϊδεμένο παιδί

Δείτε επίσης[επεξεργασία]