estádio
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Πορτογαλικά (pt)[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
---|---|
estádio | estádios |
estádio (pt) αρσενικό
- το στάδιο
ενικός | πληθυντικός |
---|---|
estádio | estádios |
estádio (pt) αρσενικό