eucharistie

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
      ενικός         πληθυντικός  
eucharistie eucharisties

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

eucharistie (fr) θηλυκό