extramarital

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αγγλικά (en)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

extramarital < extra- + marital

Επίθετο[επεξεργασία]

extramarital (en) (χωρίς παραθετικά)

  • εξώγαμος, που συμβαίνει εκτός γάμου
    an extramarital affair - εξώγαμη σχέση
    extramarital intercourse - εξώγαμη συνουσία

Πηγές[επεξεργασία]