figueraie
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
figueraie | figueraies |
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
figueraie (fr) και figuerie θηλυκό
- το συκοπερίβολο
Συγγενικά[επεξεργασία]
- → δείτε τη λέξη figue