fondiĝi

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Εσπεράντο (eo)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

fondiĝi < fond- + -iĝ- + -i

Ρήμα[επεξεργασία]

ρήμα fondiĝi
χρόνος μορφή ενεργητική
μετοχή
παθητική
μετοχή
ενεστώτας fondiĝas fondiĝanta fondiĝata
αόριστος fondiĝis fondiĝinta fondiĝita
μέλλοντας fondiĝos fondiĝonta fondiĝota
υποθετική fondiĝus - -
προστακτική fondiĝu - -

fondiĝi (eo)

Άλλες γραφές[επεξεργασία]