geedziĝi

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Εσπεράντο (eo)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

geedziĝi < λείπει η ετυμολογία

Ρήμα[επεξεργασία]

ρήμα geedziĝi
χρόνος μορφή ενεργητική
μετοχή
παθητική
μετοχή
ενεστώτας geedziĝas geedziĝanta geedziĝata
αόριστος geedziĝis geedziĝinta geedziĝita
μέλλοντας geedziĝos geedziĝonta geedziĝota
υποθετική geedziĝus - -
προστακτική geedziĝu - -

geedziĝi (eo)