gefährden
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γερμανικά (de)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
Ρήμα[επεξεργασία]
gefährden (de)
[επεξεργασία]
- → δείτε τη λέξη Gefahr
gefährden (de)