gefühllos
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γερμανικά (de)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
Επίθετο[επεξεργασία]
gefühllos (de)
- αναίσθητος
- (για λόγια) σκληρός
gefühllos (de)