genitive
Από Βικιλεξικό
Μετάβαση σε:
πλοήγηση
,
αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[
επεξεργασία
]
Ουσιαστικό
[
επεξεργασία
]
genitive
(en)
(
γραμματική
) η
γενική
(πτώση)
Κατηγορίες
:
Ουσιαστικά (αγγλικά)
Αγγλική γλώσσα
Γραμματική (αγγλικά)
Μενού πλοήγησης
Προσωπικά εργαλεία
Δίχως Σύνδεση
Σελίδα συζήτησης αυτής της διεύθυνσης IP
Συνεισφορές
Δημιουργία λογαριασμού
Σύνδεση
Ονοματοχώροι
Σελίδα
Συζήτηση
Παραλλαγές
Προβολές
Ανάγνωση
Επεξεργασία
Προβολή ιστορικού
Περισσότερα
Αναζήτηση
πλοήγηση
Κύρια Σελίδα
Πύλες
Τυχαία σελίδα
συνεισφορά
Βικιδημία
Σελίδες συζήτησης
Πρόσφατες αλλαγές
Νέες σελίδες
βοήθεια
Βοήθεια
Πρότυπα
Δημιουργία
Δωρεές
Εκτύπωση/εξαγωγή
Δημιουργία βιβλίου
Κατέβασμα ως PDF
Έκδοση εκτύπωσης
Εργαλειοθήκη
Συνδέσεις προς εδώ
Σχετικές αλλαγές
Επιφόρτωση αρχείου
Ειδικές σελίδες
Σταθερός σύνδεσμος
Πληροφορίες σελίδας
Παραπομπή αυτής της σελίδας
Άλλες γλώσσες
Čeština
Dansk
English
Esperanto
Eesti
Suomi
Français
Frysk
Hrvatski
Magyar
Հայերեն
Bahasa Indonesia
Ido
Íslenska
日本語
ಕನ್ನಡ
한국어
Kurdî
Limburgs
മലയാളം
Polski
Русский
Srpskohrvatski / српскохрватски
Svenska
தமிழ்
తెలుగు
Тоҷикӣ
ไทย
Türkçe
Oʻzbekcha/ўзбекча
Tiếng Việt
中文