globalisation
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]globalisation (en)
- παγκοσμιοποίηση (Λέγεται για την οικονομία.)
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]globalisation (fr) θηλυκό
- παγκοσμιοποίηση (Λέγεται για την οικονομία.)
La globalisation de l'économie : η παγκοσμιοποίηση της οικονομίας.