has been

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: has-been

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
has been < φωνητική απόδοση για την αγγλική has-been

Επίθετο

[επεξεργασία]

has been (fr) αρσενικό ή θηλυκό άκλιτο