hurma
Εμφάνιση
Τουρκικά (tr)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]hurma < (κληρονομημένο) οθωμανική τουρκική خرما < περσική خرما (khormâ)
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]hurma (tr) (πληθυντικός: hurmalar)
- ο χουρμάς
hurma < (κληρονομημένο) οθωμανική τουρκική خرما < περσική خرما (khormâ)
hurma (tr) (πληθυντικός: hurmalar)