idolâtre

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
      ενικός         πληθυντικός  
idolâtre idolâtres

Επίθετο

[επεξεργασία]

idolâtre (fr) αρσενικό ή θηλυκό

Συγγενικά

[επεξεργασία]