ilote

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]

      ενικός         πληθυντικός  
ilote ilotes

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

ilote (fr) αρσενικό ή θηλυκό